Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Με τα μάτια κλειστά (ή και ορθάνοιχτα...).


Εντάξει λοιπόν, θα σε λέω «έρωτα» από ‘δω και πέρα. Όχι πως είσαι δηλαδή. Σιγά μην είσαι, εδώ που τα λέμε. Απλώς, κάπως πρέπει να σε λέω.
Κι επειδή το δισύλλαβο όνομά σου βαρέθηκα να επαναλαμβάνω, θα σε ονομάσω έτσι για να μη βαρεθώ και σένα τον ίδιο στο τέλος-τέλος. Και αυτό, αλήθεια, δεν το θέλω καθόλου. Είναι, βλέπεις, που σε έχω συνδυάσει με τη χροιά της φωνής σου και εάν με κάνεις να χάσω αυτή τη μαγεία που αισθάνομαι, όταν κλείνω τα μάτια και σε ακούω να μιλάς, αλήθεια, θα υποφέρω.
Κι όχι για σένα, φίλε μου.
Όχι.
Γιατί ξέρω τι κρυφο-ψωνάρα είσαι και πως θα το πάρεις επάνω σου, εάν δεν το διευκρινίσω.
Θα υποφέρω για μένα και μόνο, που τα βράδια απλά θα πέφτω για ύπνο. Απλά για ύπνο και πριν από αυτό τίποτε άλλο. Ούτε βόλτες θα πηγαίνουμε, ούτε αγκαλιά θα με παίρνεις, ούτε θα σου κάνω νάζια.
Τίποτε.
Και τα πρωινά, αφού ξυπνήσω, πάλι τίποτε. Και αυτό το «τίποτε», φίλε μου, δε θα σε αφήσω να μου το προσφέρεις. Γιατί είναι ωραίο, ρε γαμώτο, να μου δίνεις φιλιά κι ας είναι μόνο στα όνειρά μου ξανά. Και το ακόμη πιο ωραίο είναι πως εσύ δεν ξέρεις τίποτε.
Μόνη μου σε έχω, μόνη μου αγκαλιαζόμαστε.
Και έτσι, σε έχω μόνο εγώ.
Ή και μόνη εγώ.
Δεν ξέρω.
Μπερδεύτηκα.
Γαμώτο. Γαμώτο. Γαμώτο.
Εάν το πω άλλη μία, μπορεί και ως δια μαγείας να εμφανιστείς μπροστά μου και να μου πεις πως είσαι ερωτευμένος μαζί μου. Πως άφησες αυτήν την ξεΐγκλωτη . Να μου πεις να κλείσω τα μάτια για να με φιλήσεις κι εγώ να χαμογελάσω στάζοντας μέλι και ανυπομονησία. Θα είμαστε έξω και θα κάνει κρύο. Θα σου πω πως κρυώνω και θα με πάρεις αγκαλιά για να ζεσταθώ.
Ναι, τώρα που το σκέφτομαι, μπορεί και να με πάρεις αγκαλιά.
Που είχα μείνει;
Α! ναι! Στην αγκαλιά.
Μετά μπορεί να πάρουμε ταξί και να πάμε σπίτι μου. Όχι στο δικό σου. Το δικό μου θα είναι πιο κοντά. Και εκεί να με πάρεις ξανά αγκαλιά. Κι έτσι, αμέσως- αμέσως, θα έχω να μετράω από εσένα δύο στο σύνολο.
Και μετά, θα σε κρεμάσω μαζί με τα αριστεία μου και το μετάλλιο του μπάσκετ στον τοίχο.
Και μετά θα μετράω κάθε σου αγκαλιά.
Και μετά θα σε αγαπήσω.
Και θα αρχίσω να χρησιμοποιώ κτητικές αντωνυμίες. Αυτές που σημαίνουν «δικός μου». Μόνο δικός μου.
Κατά- δικός μου εσύ, κατάδικός σου εγώ. Στα δεσμά σου, αγόρι μου.
Στα δεσμά που κρύβει το «μου» και το «μας».
Και μετά θα σε πω «έρωτά ΜΟΥ».
Γαμώτο!
Κοίτα.
Δεν εμφανίστηκες τελικά. Δεν πειράζει. Νύσταξα.
Καληνύχτα (μου).

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

Αμήν.



Δεν ξέρω τι κάνω, δεν ξέρω που πάω, δεν ξέρω που είμαι, δεν ξέρω τι είμαι, δεν ξέρω γιατί γράφω. Ή μάλλον, ψέματα, αυτό το τελευταίο το ξέρω, αυτό το τελευταίο είναι το μόνο που ξέρω γιατί η απάντηση είναι εύκολη:‘Για να μη χάσω κάθε ψίχουλο αντοχής ,που μου έχει απομείνει’. Ξέρω ,ότι θα τα διαβάζω στο τέλος και θα θέλω να πατήσω το backspace για να μην τα ξαναδιαβάσω ποτέ και κυρίως για να μην κάνω το λάθος να τα μοιραστώ με κανέναν.
Βλέπεις, ακόμη και τον εαυτό μου έπεισα πως είμαι δυνατή.
Υπόσχομαι. Αυτήν τη φορά δε θα το κάνω.
Υπόσχομαι. Αυτήν τη φορά έχω ανάγκη να μην το κάνω.
Υπόσχεση. Άλλη μια γελοία υπόσχεση. Εάν τις έγραφα σε χαρτί θα είχα εκδώσει τόμο.
Ίσως , όμως, με αυτές να παίρνω μικρές παρατάσεις ζωής.
Ή και μικρές παρατάσεις θανάτου.
Όλη μου η ζωή μια υπόσχεση.
‘Υπόσχομαι πως θα χαμογελάω πιο πολύ, υπόσχομαι πως θα ανοίγομαι πιο πολύ, υπόσχομαι πως θα αδυνατίσω, υπόσχομαι πως θα προσπαθήσω να μου αρέσει η σχολή μου, υπόσχομαι πως θα προσπαθήσω να βρω λίγο χρώμα, υπόσχομαι πως θα βάλω τους κανόνες μου, υπόσχομαι πως θα ζήσω καλά με τους ήδη υπάρχοντες κανόνες, υπόσχομαι να μην ξανακυλήσω.. Υπόσχομαι.. Υπόσχομαι πως θα προσπαθήσω..’
Το χειρότερο είναι ότι έπαψα να πιστεύω. Στις υποσχέσεις τις δικές μου, των άλλων, στη δύναμή μου, στην αντοχή μου.
Κάποτε είχα κάτι. Κάποτε είχα κάποιους. Τώρα δεν έχω τίποτε. Τώρα δεν έχω κανέναν.
«Θα μείνεις μόνη σου στο τέλος με αυτά που κάνεις» μου είχε πει πριν καιρό η Ανατολή για να με πειράξει μετά από κάποιον τσακωμό μας. Και η φράση της αυτή με έχει στοιχειώσει σαν την πιο βαριά κατάρα. Βλέπεις, φίλε μου, τη μοναξιά πάντοτε την αναζητούσα ως καταφύγιο ,αλλά ,τώρα που μόνο αδιέξοδος μονόδρομος οδηγεί σε αυτήν, έγινε θηλιά.Και με πνίγει κάθε νύχτα και πιο πολύ. Και με βουτάει στο βυθό κάθε λεπτό και πιο βαθειά. Και μου μετράει τους παλμούς κάθε δευτερόλεπτο και πιο γρήγορα.
Και με πεθαίνει κάθε μέρα και πιο αργά.
Μέχρι το τέλος.
Αυτό υπόσχομαι πως θα το βάλω ΕΓΩ.







Υ.Γ: «Θα μείνεις μόνη σου στο τέλος με αυτά που κάνεις» μου είχε πει πριν καιρό η Ανατολή για να με πειράξει μετά από κάποιον τσακωμό μας.