Θα φτιάξω δύο χέρια πλαστικά, να μ’ αγκαλιάζουν τις νύχτες
που φοβάμαι. Να είναι εκεί, σχεδόν ανέγγιχτα από προηγούμενο χέρι κι έτσι να
αντέχουν τις δικές μου γρατζουνιές.
Κι εγώ τις δικές τους.
Να έχουν δάχτυλα μαλακά, να μου χαϊδεύουν τα μαλλιά όταν κοιμάμαι. Πόσο μου αρέσει να μου χαϊδεύουν τα μαλλιά...
Να μου χαϊδεύουν την πλάτη στοργικά, να μου γυρνούν το σώμα ξαφνικά και με γλύκα να ακουμπούν στην καρδιά μου. Να τα αγκαλιάζω κι εγώ όταν τρέμουν από το κρύο, όταν ταράζονται από εφιάλτες ή όταν τους ζουν στον ξύπνιο τους.
Θα φτιάξω δύο χέρια πλαστικά, να μ’ αγκαλιάζουν χωρίς να υπάρχει λόγος.
...και αυτή να είναι η μόνη αφορμή τους...
Κι εγώ τις δικές τους.
Να έχουν δάχτυλα μαλακά, να μου χαϊδεύουν τα μαλλιά όταν κοιμάμαι. Πόσο μου αρέσει να μου χαϊδεύουν τα μαλλιά...
Να μου χαϊδεύουν την πλάτη στοργικά, να μου γυρνούν το σώμα ξαφνικά και με γλύκα να ακουμπούν στην καρδιά μου. Να τα αγκαλιάζω κι εγώ όταν τρέμουν από το κρύο, όταν ταράζονται από εφιάλτες ή όταν τους ζουν στον ξύπνιο τους.
Θα φτιάξω δύο χέρια πλαστικά, να μ’ αγκαλιάζουν χωρίς να υπάρχει λόγος.
...και αυτή να είναι η μόνη αφορμή τους...